Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2013

Απαξίωση οικονομικών πτυχίων λόγω κρίσης; Κάθε άλλο!

του κυρίου Κώστα Μήλα, Καθηγητή Χρηματο-οικονομικών, University of Liverpool
Η (χρηματο)οικονομική κρίση του 2007, τις προεκτάσεις της οποίας ακόμα και σήμερα βιώνουμε, έχει θέσει υπό αμφισβήτηση την αξία των οικονομικών πτυχίων. Χαρακτηριστική είναι η απορία της Βασίλισσας Ελισάβετ η οποία, επισκεπτόμενη, τον Νοέμβριο του 2008, την φημισμένη London School of Economics, έθεσε το αμείλικτο ερώτημα: «Για ποιο λόγο κανένας (οικονομολόγος) δεν προέβλεψε την κρίση»; Ήτοι, σε ελεύθερη μετάφραση, «τι στο καλό σας διδάσκουν στα οικονομικά πανεπιστήμια;»
Η οικονομική κρίση, τα αίτια της οποίας οφείλονται, κατά πολλούς, στο αλόγιστο «κυνήγι» του κέρδους (ανεξαρτήτως ρίσκου) από όσους εργάζονται στον τομέα του investment banking, έχει αλλάξει ριζικά τον τρόπο με τον οποίο οι νέοι φοιτητές προσεγγίζουν το χρηματοοικονομικό πτυχίο. 

Ο γράφων διδάσκει (μεταξύ άλλων) στο τρίτο (και τελευταίο) έτος του Πανεπιστημίου του Liverpool το μάθημα Corporate Finance (Χρηματοοικονομική των Επιχειρήσεων). Το συγκεκριμένο μάθημα επιλογής (και όχι βασικό), το οποίο ασχολείται με τις επενδυτικές αποφάσεις των επιχειρήσεων σε καθεστώς ρίσκου, έχει αυξήσει, τα τελευταία χρόνια, την απήχηση του στους φοιτητές. Πέρυσι τέτοια εποχή, είχαν εγγραφεί 400 περίπου φοιτητές. Εφέτος, αναμένω 700 (!) φοιτητές. Σε ερώτηση προς τους φοιτητές μου σχετικά με το δημοφιλές του μαθήματος έλαβα την αφοπλιστική απάντηση ότι η οικονομική κρίση έχει δημιουργήσει μία εξαιρετικά αρνητική εικόνα για τους «τραπεζίτες» (sic) και τα καλούμενα bonuses, με αποτέλεσμα να σκέφτονται (όταν με το καλό αποφοιτήσουν από το Liverpool) σοβαρά το ενδεχόμενο δημιουργίας της δικής τους επιχείρησης. Ως εκ τούτου, τo μάθημα μου τους παρέχει την απαιτούμενη γνώση για την επιδίωξη της δημιουργίας (εκ του μηδενός) μίας νέας επιχείρησης. Από συζητήσεις με συνάδελφους καθηγητές, ανάλογη αντίληψη διαμορφώνεται στο φοιτητικό χώρο και στα λοιπά πανεπιστήμια του εξωτερικού.
Παρά λοιπόν την οικονομική κρίση, εκτίμηση μου είναι ότι όσοι αποφοιτούν από το Λύκειο ή το πανεπιστήμιο, εξακολουθούν να ενδιαφέρονται ζωηρά για τις χρηματοοικονομικές σπουδές (πρώτο πτυχίο ή μεταπτυχιακές σπουδές). Τι θα πρέπει λοιπόν, οι υποψήφιοι φοιτητές, να έχουν υπόψιν;
Ένα αμιγές οικονομικό πτυχίο δεν παρέχει «αυτόματη» πρόσβαση» σε Τράπεζες, οικονομικά υπουργεία, διεθνείς οργανισμούς ή τον ευρύτερο Δημόσιο τομέα. Διεθνείς έρευνες στην αγορά εργασίας συμπεραίνουν ότι, εν μέσω κρίσης, η αγορά έχει καταστεί εξαιρετικά ανταγωνιστική:
πράγματι, στο 70% των περιπτώσεων, όσοι προσλαμβάνουν απόφοιτους πανεπιστημίων θέτουν, ως ελάχιστο προσόν, βαθμό πτυχίου «Λίαν Καλώς».
Σε αντίθεση με την κοινή αντίληψη, η «καλοπληρωμένη» εργασία σε Κεντρικές Τράπεζες (όπως η Τράπεζα της Αγγλίας, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα κλπ) δεν θέτουν ως απαραίτητη προϋπόθεση το πτυχίο στα (χρηματο)οικονομικά. Για παράδειγμα, η Τράπεζα της Αγγλίας δίνει βαρύτητα στην αναλυτική σκέψη και την δυνατότητα έκφρασης στον προφορικό και γραπτό λόγο. Επιπλέον, η οικονομική γνώση δεν κρίνεται απαραίτητη για την απόκτηση διδακτορικού διπλώματος στα οικονομικά. Για του λόγου το αληθές αναφέρω χαρακτηριστικά τον κ. Λουκά Παπαδήμο (τέως Αντιπρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας) ο οποίος σπούδασε Φυσικές Επιστήμες, απέκτησε μεταπτυχιακό τίτλο ως Ηλεκτρολόγος Μηχανικός και κατόπιν απέκτησε διδακτορικό τίτλο στα Οικονομικά.
Τι θα πρέπει να γνωρίζουν, ειδικότερα, όσοι έλληνες απόφοιτοι Λυκείου ή πανεπιστημίου σκέφτονται σοβαρά τις (μεταπτυχιακές) οικονομικές σπουδές στην Μεγάλη Βρετανία ή το εξωτερικό; Απαιτείται κατά τη γνώμη μου αρκετά καλή γνώση τόσο (α) των Μαθηματικών και της Στατιστικής όσο και (β) της Αγγλικής γλώσσας. Και τούτο διότι οι χρηματοοικονομικές γνώσεις έχουν να κάνουν, σε μεγάλο βαθμό, με ποσοτικά/οικονομετρικά μοντέλα. Χαρακτηριστικά αναφέρω το (μετα)πτυχιακό μάθημα «Οικονομετρία» το οποίο διδάσκεται σε όλα τα οικονομικά προγράμματα. Τόσο στο Liverpool, όσο και αλλού, οι φοιτητές καλούνται να «επιλύσουν» το (όποιο) οικονομετρικό υπόδειγμα κάτι το οποίο αποτελεί αναγκαία αλλά όχι ικανή συνθήκη για την εξασφάλιση του ελάχιστου βαθμού επιτυχίας στο παραπάνω μάθημα. Πράγματι, πολλοί φοιτητές αποτυγχάνουν στο παραπάνω μάθημα επειδή αδυνατούν να εξηγήσουν, με απλή και κατανοητή γλώσσα, τις οικονομικές συνέπειες ή επιπτώσεις του (όποιου) ποσοτικού μοντέλου. Αυτό αποτελεί και τον γενικό κανόνα σε κάθε συνέντευξη για την απόκτηση εργασίας: οι εργοδότες εκλαμβάνουν το οικονομικό πτυχίο (και δη το βαθμό πτυχίου) ως αξιόπιστο, αλλά όχι και μοναδικό, δείκτη πρόσληψης προσωπικού. Η συνέντευξη, αυτή καθαυτή, παρέχει στον εργοδότη την δυνατότητα να αξιολογήσει το κατά πόσον ο (κάθε) υποψήφιος μπορεί να εκφέρει άποψη η οποία θα πείσει για το λογικό των επιχειρημάτων της.
Και κάτι τελευταίο για την εισαγωγή διδάκτρων στην Αγγλία για την απόκτηση τριετούς πτυχίου. Τόσο οι υποψήφιοι έλληνες φοιτητές, όσο και οι υπόλοιποι φοιτητές από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αντιμετωπίζουν ετήσιο κόστος διδάκτρων μέχρι και 9,000 στερλίνες. Οι φοιτητές, όμως, έχουν την δυνατότητα δανείου το οποίο θα αποπληρώσουν αφού αποφοιτήσουν και εξασφαλίσουν εργασία. Για περισσότερες πληροφορίες, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να απευθυνθούν στο πανεπιστήμιο της επιλογής τους. Σημειώνω τέλος ότι πολλά πανεπιστήμια αποδέχονται φοιτητές από το εξωτερικό με την προϋπόθεση ότι θα παρακολουθήσουν προκαταρκτικά μαθήματα (presessional courses) τα οποία αυξάνουν σε μεγάλο βαθμό το κόστος του πτυχίου. Εδώ λοιπόν σημειώνω την «οικονομική» αξία της καλής γνώσης των Μαθηματικών/Στατιστικής και της Αγγλικής γλώσσας (την οποία ανέφερα προηγουμένως). Στο βαθμό που αυτό ισχύει, μειώνονται αισθητά οι πιθανότητες το πανεπιστήμιο να «απαιτήσει» την παρακολούθηση προκαταρκτικών μαθημάτων!
*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Καθημερινή και ο κύριος Μήλας μας έδωσε την άδειά του, στέλνοντάς μας ένα αντίγραφο, να το αναδημοσιεύσουμε.